Συνεχίζεται για 2η βδομάδα το «Ταινιόραμα 2015» στο «Αστυ». Σήμερα φιλοξενεί 3 ταινίες του Ναγκίσα Οσιμα, αύριο του Αλφρεντ Χίτσκοκ, το Σάββατο του Αντονιόνι, την Κυριακή της Βερτμίλερ, τη Δευτέρα του Ερμάνο Ολμι, την Τρίτη του Αλέν Ρενέ και την Τετάρτη του Ισπανού Κάρλος Σάουρα. Επιλέξαμε να αναφερθούμε επιγραμματικά στο «Δέντρο με τα τσόκαρα» (1978) του Ολμι μια που προβάλλεται σπάνια...
Απόψε, βγαίνει η βραβευμένη στην Τεχεράνη, πρώτη μεγάλου μήκους ταινία του Μάνουελ ντε Κόκο (Μανώλη Κοκορομύτη) «Αγνωστη γη» (Unknown Land - 2012), μια συμπαραγωγή Ελλάδας, Κύπρου, Υεμένης, που γυρίστηκε στο απομονωμένο νησί Σοκότρα της Υεμένης, άνοιξη και καλοκαίρι του 2011. (Δείτε εδώ το Trailer).
Πρεμιέρα και για τη «Σαγκάη» (2012) του Ινδού σκηνοθέτη Ντιμπακάρ Μπανερτζέ, βασισμένη στο βιβλίο του Βασίλη Βασιλικού «Ζ». Η ταινία θα προβάλλεται στην «Αλκυονίδα», καθημερινά στις 9 το βράδυ, για 7 μόνο προβολές. Ένας γιατρός, πολιτικός ακτιβιστής, παρασύρεται από τρίκυκλο στον προαύλιο χώρο της προγραμματισμένης ομιλίας του. Ενας αδέκαστος και επίμονος εισαγγελέας αναλαμβάνει να ξετυλίξει το νήμα ενός εμφανούς σχεδίου δολοφονίας. Μία ιστορία πολιτικής διαφθοράς σε μία φανταστική πόλη στη σύγχρονη Ινδία. (Δείτε εδώ το Trailer).
Τέλος, συνεχίζεται έως τις 27 Μάη στην Ταινιοθήκη το μεγάλο αφιέρωμα «Εικόνες της Κρίσης».
Κριτική: Τζία Γιοβάνη
«Το δέντρο με τα τσόκαρα» (L' albero degli zoccoli) του Ερμάνο Ολμι
Αριστούργημα ποίησης, χειρονομία αγάπης σ' έναν κόσμο που δεν υπάρχει πια, με τα καλά και τα κακά του, σε μια ζωή τόσο άδικη για τους ταπεινούς και τους ανυπεράσπιστους. Ο σκηνοθέτης Ερμάνο Ολμι, γεννημένος στο Μπέργκαμο της Λομβαρδίας, εικονογραφεί, σε στιγμές ποιητικού οίστρου, τις ιστορίες που διηγούνταν οι παππούδες του. Η τρίωρη ταινία με την πληθώρα των αξέχαστων σκηνών - που κυκλοφόρησε σε δυο εκδοχές, στα ιταλικά και τη διάλεκτο της περιοχής - είχε τεράστια επιτυχία σ' ολόκληρο τον κόσμο, βραβεύτηκε μάλιστα το 1978 στις Κάννες, με τον «Χρυσό Φοίνικα». Αρκετά στοιχεία της παραπέμπουν στο ρεαλισμό του ρομαντικού συγγραφέα Αλεσάντρο Μαντσόνι (1785 - 1873) και στα «Βουκολικά» του Βιργίλιου τόσο σε πεδίο αναπαράστασης της κοινωνίας όσο και σ' εκείνο των εικαστικών παραπομπών στη ζωγραφική του τέλους του 1800, στοιχεία που υπερτονίζονται από τη μουσική του Μπαχ. Στα τέλη του 1800, σε μια αγροικία κοντά στο Μπέργκαμο όπου σπίτια, στάβλοι, γη και ζώα είναι όλα ιδιοκτησία του αφέντη, ζουν, δουλεύουν και δίνουν στον αφέντη τα 2/3 της σοδειάς τους, πέντε οικογένειες χωρικών. Μια κοπέλα παντρεύεται έναν από τους νεαρούς, στο ταξίδι του μέλιτος στο Μιλάνο, το ζευγάρι πέφτει πάνω στις λαϊκές εξεγέρσεις, γνωστές ως «διαμαρτυρία του στομαχιού» και την καταστολή του στρατηγού Μπάβα Μπεκάρις που έστρεψε τα κανόνια στις μάζες, αφήνοντας 80 νεκρούς και 450 τραυματίες. «Το δέντρο με τα τσόκαρα» είναι αυτό που κόβει ένας χωρικός για να κάνει παπούτσια στο μικρό του γιο. Και ο αφέντης το μαθαίνει και διώχνει την οικογένεια από την ιδιοκτησία του...
Ο Oλμι αφηγείται τη ζωή, τους φόβους, τα συναισθήματα και τις ελπίδες αυτών που πέρασαν από την Ιστορία χωρίς να αφήσουν ίχνη. Ανθρωποι ενός κόσμου φτιαγμένου από κόπο και φτώχεια, τραγούδια και αφηγήσεις, πίστη και προσευχή. Ενός κόσμου τόσο φτωχού όπου όλα είχαν αξία και σημασία. Ενός κόσμου με λίγο χώρο για χαρά. Ενός κόσμου που έσκυψε το κεφάλι, όταν ο αφέντης έδιωχνε την οικογένεια, γεγονός που δέχτηκε με παραίτηση... Μια ταινία που κυλά αργά σαν τη ζωή των ταπεινών πρωταγωνιστών της. Όλοι τους, εξαίρετοι ερασιτέχνες...
Παραγωγή: Ιταλία, (1978)
«Χαμένος παράδεισος» (Escobar: Paradise Lost) του Αντρέα Ντι Στέφανο
Η πρώτη σκηνοθετική δουλειά του 43χρονου Ιταλού ηθοποιού Αντρέα Ντι Στέφανο, μπορεί να συνδυάζει μυθοπλασία δράσης και τεκμηρίωση βιογραφίας, αμφότερες στην υπηρεσία του νευρικού θρίλερ που όμως δεν χαρακτηρίζεται από πρωτοτυπία. Ο Ντι Στέφανο προσεγγίζει την προγενέστερη της σύλληψης περίοδο του μυθικού Εσκομπάρ - Μπος του κολομβιανού καρτέλ κοκαΐνης που συμφώνησε το 1991 με την κυβέρνηση να παραδοθεί - μέσα από τα μάτια ενός νεαρού Καναδού σέρφερ. Η αφήγηση, με οπτική παθητικού, εκτός ιστορίας μάρτυρα, ξεφεύγει από τον παραδοσιακό τρόπο γραμμικού ξετυλίγματος της βιογραφίας και περιγράφει τον «αντιήρωα» μέσα από τις πράξεις του και την επίδραση που ασκεί στον περίγυρό του. Ο μεγάλου εκτοπίσματος Μπενίσιο Ντελ Τόρο στο ρόλο του αμφίσημου πατριάρχη - με αθλητική φόρμα - Εσκομπάρ, θα χρειαζόταν ένα πολύ καλύτερο σενάριο που να χωρά την ένταση, την πληθώρα από γκριμάτσες και κυρίως τον μαγνητισμό του ηθοποιού που καταβροχθίζει την οθόνη.
Παραλίες ιδανικές για σέρφινγκ, έρωτας κεραυνοβόλος και αιώνιος για την πανέμορφη Μαρία, να γιατί η Κολομβία είναι επίγειος παράδεισος για τον Νικ που μπλέχτηκε σε μια οδύσσεια θανάτου. Κι αυτό γιατί η Μαρία είναι ανιψιά του τρομερού Εσκομπάρ, ο οποίος στην αρχή βλέπει τον Νικ σαν γιο του και μετά σαν εχθρό, σε ένα παιχνίδι γάτας και ποντικού. Ο Ντελ Τόρο δίνει την αίσθηση ότι συνθέτει μόνος του το δυνατό πορτρέτο του τοξικού τέρατος, κακού και θρησκευόμενου φιλάνθρωπου, φανταχτερού και αξιολύπητου, με την πραγματική του φύση να αποκαλύπτεται στο ρυθμό ενός μαιευτικού θρίλερ με μπόλικη ίντριγκα στη διάταξη του υλικού του, σκηνοθετημένο σύμφωνα με τους στάνταρντ κώδικες της σύγχρονης βιογραφίας, τονισμένης με λυρικές εικόνες. Οι δύο κεντρικοί χαρακτήρες κατορθώνουν να κρατήσουν μια ρεαλιστική μυθοπλασία για το σύστημα Εσκομπάρ και ένα πραγματικό θρίλερ.
Με τους: Μπενίσιο Ντελ Τόρο, Τζος Χάτσερσον, Κλαούντια Τράισακ, κ.ά.
Παραγωγή: Γαλλία, Ισπανία, Βέλγιο, Παναμάς, (2014)
«The Humbling» του Μπάρι Λέβινσον
Το ταλέντο του Αλ Πατσίνο, η ευρεία, ποιοτική φιλμογραφία του, η απώλεια του μέτρου αφότου έγινε πρόσωπο εμβληματικό και η άνευ επιστροφής κρίση του αμερικάνικου μύθου, κάνουν τον Αμερικανό ηθοποιό ιδανικό ερμηνευτή της κινηματογραφικής μεταφοράς του Μπάρι Λέβινσον «The Humbling» βασισμένης στο ομώνυμο μυθιστόρημα του Φίλιπ Ροθ. Ο Αλ Πατσίνο είναι η ανθρώπινη επιφάνεια που πάνω της πειραματίζονται οι λέξεις του συγγραφέα, αλλά είναι και ο χαρακτήρας ενός γερασμένου καλλιτεχνικά ηθοποιού, βυθισμένου στη σκέψη του τέλους και στο φάντασμα της θνητότητας. Ωστόσο, κάτι δεν πάει καλά στην ταινία με την κραυγαλέα σκηνοθεσία που μετατρέπει το γεροντικό δράμα του ανίκανου να φρενάρει το χάος που τον διακατέχει ηθοποιού, σε λάιτ κωμωδία, χωρίς όμως να κατορθώσει να βρει τη σωστή μορφή που θα έκανε την ταινία αξέχαστη.
Ο ηλικιωμένος γνωστός ηθοποιός βρίσκεται χωμένος στο αδιέξοδο της αποτυχίας έχοντας απολέσει κάθε «μαγεία»... Στο απόγειο της κατάθλιψης επιχειρεί να βάλει τέρμα στη ζωή του. Τον προλαβαίνει όμως ο ατζέντης του που προσπαθεί να τον πείσει να επιστρέψει στη σκηνή. Από την ώρα που στη ζωή του ηθοποιού εισβάλλει μια νεαρή, εκκεντρική γυναίκα, εκείνος αρχίζει να ξαναβρίσκει την επιθυμία για ζωή και συνεχώς αναβάλλει την αποσύνθεση της ανθρώπινης σάρκας του και της ιδιότητας του ηθοποιού. Η πραγματικότητα ωστόσο επικαλύπτει όλους τους σχεδιασμούς του γηρασμένου καλλιτέχνη που μόνο στον Σαίξπηρ βρίσκει ηρεμία και έμπνευση. Ως σύγχρονος Βασιλιάς Ληρ καταπατά από σκηνής τον Σαίξπηρ μέσα σε ένα ερμηνευτικό ντελίριο, καρφώνοντας ικετευτικά το μελανιασμένο του βλέμμα στους θεατές / κριτές. Ο πόνος ρέει για το ταλέντο του ηθοποιού που δεν βρίσκει πια ρόλο και αυτή η απώλεια είναι ίδια καλοακονισμενη αιχμηρή λάμα μπηγμένη στην καρδιά.
Συμβατική η ταινία, έχει έλλειμμα μαγείας, έμπνευσης και ισορροπίας. Ιδια ο ήρωάς της, φιγούρα καρικατουρίστικη, που δύσκολα «στέκεται»: στα πόδια του λόγω πόνου στην μέση, ερμηνευτικά λόγω υπερβολικής έμφασης. Μοιάζει απούσα από το φιλμ η ικανότητα σύνθεσης ενός άλλου, καινούργιου έργου από τη χρήση του πρωτογενούς, λογοτεχνικού υλικού.
Με τους: Αλ Πατσίνο, Γρέτα Γκέργουικ, Κίρα Σέντγουικ, Νταιάν Γουάιεστ, κ.ά.
Παραγωγή: ΗΠΑ, (2014)
«Η συνταγή της Πωλέτ» (Paulette) του Ζερόμ Ενρικό
Κωμωδία επίπεδη, γεμάτη κλισέ, χωρίς ουσιαστική πρωτοτυπία, χωρίς οίστρο και φιλοδοξία, χωρίς φαντασία και φινέτσα. Πατά βέβαια σε κοινωνιολογική βάση, στις μηδαμινές συντάξεις (και) στη Γαλλία της ΕΕ, όπου οι εξαθλιωμένοι συνταξιούχοι εξαναγκάζονται να κάνουν (και) κάτι άλλο για να τα βγάλουν πέρα. Η πρόταση της ταινίας γι' αυτό το «κάτι άλλο» εστιάζει στους έξυπνους τρόπους διακίνησης ναρκωτικών. Χασίς εν προκειμένω. Σενάριο επιφανειακό, μίζερο και προβλέψιμο, με ίντριγκα που εκθειάζει την ευκολία. Με ευκολία, η Πωλέτ διακινεί τα χασισοκουλουράκια της, με ευκολία εγκαταλείπει τις αισχρά ρατσιστικές της κορόνες, με ευκολία μεταφέρει την επιχείρησή της στο Αμστερνταμ, στον παράδεισο της μαστούρας, όταν σκοντάφτει σε νομικά εμπόδια στη Γαλλία. Η αντιδραστική προσέγγιση στο θέμα καθιστά το φιλμ «εγχειρίδιο του πετυχημένου χασισοδιακινητή». Πάντως, η πρεμιέρα έρχεται σε λάθος τάιμινγκ, έπρεπε να κυκλοφορήσει δυο-τρεις βδομάδες πριν, ως συμπλήρωμα στις γνωστές φιέστες της ναρκω-κουλτούρας.
Γαλλίδα καθαρόαιμη, χαμηλοσυνταξιούχος και ρατσίστρια, νιώθει να εξευτελίζεται καθημερινά λόγω φτώχειας, ενώ, στην υποβαθμισμένη παρισινή περιφέρεια, βλέπει τους «ξένους» να βγάζουν πολλά και εύκολα λεφτά, διακινώντας ναρκωτικά. Αποφασίζει να μπει κι αυτή στο παιχνίδι κι αποδεικνύεται ιδιαίτερα ικανή. Αρχίζει να φτιάχνει και να πουλά γλυκίσματα με χασίς, έτσι μπορεί αυτή κι η οικογένειά της να ζήσουν επιτέλους στο όνειρο της πολυτέλειας. Η ταινία πλασάρεται σαν κοινωνικό μελόδραμα με συγγένειες στην κωμωδία αλά ιταλικά. Πάντως, το μοναδικό άξιο θέασης στοιχείο είναι η εικόνα των παλαιμάχων ηθοποιών που αφήνονται να γερνούν μέσα στην αξιοπρέπεια του χρόνου...
Με τους: Μπερναντέτ Λαφόν, Καρμέν Μαουρά, Ντομινίκ Λεβανάν, Φρανσουά Μπερτίν κ.ά.
Παραγωγή: Γαλλία (2012).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Το blog μας δεν έχει ούτε ειδησεογραφικό χαρακτήρα ούτε έχει θέση ενός φόρουμ.
Δοκιμαστικά ενεργοποιούμε την χρήση σχολίων. Αυτά όμως θα δημοσιεύονται ΜΟΝΟ εφόσον έχουν συμπληρωματικό χαρακτήρα σε σχέση με τις αναρτήσεις, όσα δηλαδή προσφέρουν κάποια επιπλέον συγκεκριμένη πληροφορία (άντε τις πρώτες μέρες μπορεί να κάνουμε μια εξαίρεση).
Γι αυτό είναι πιθανόν πολλοί φίλοι ή "φίλοι" να μην βλέπουν το σχόλιό τους δημοσιευμένο.
Αυτονόητα ΔΕΝ θα δημοσιεύονται απρεπή σχόλια.
Τα μέλη και οι φίλοι του ΚΚΕ, των μαζικών φορέων, των ταξικών σωματείων είναι διαρκώς παρόντα στην κοινωνία και μπορεί εύκολα να τους συναντήσετε. Όποια συζήτηση, απορία, διαφωνία καλό θα είναι να εκφράζεται δια ζώσης.