ΜΠΕΡΤΟΛΝΤ ΜΠΡΕΧΤ
Ο δημιουργός των ... «σεισμών που μέλλονται να 'ρθούν»
«Φωνή» του χθες για το αύριο
Τι κι αν γεννήθηκε στη δύση του 19ου αιώνα. Τι κι αν δημιούργησε και πέθανε στον περασμένο, πλέον, 20ό αιώνα. Ο Μπρεχτ και το έργο του είναι του 21ου αιώνα. Και θα είναι εκείνης της εποχής, που η εργατική τάξη, όλοι οι εκμεταλλευόμενοι άνθρωποι και οι λαοί θα απελευθερωθούν από τον καπιταλιστικό «ζυγό». Τότε, που θα μπορούν πια με σιγουριά να πουν: «Τις δυσκολίες των βουνών τις ξεπεράσαμε/ Τώρα έχουμε ν' αντιμετωπίσουμε/ Τις δυσκολίες των πεδιάδων» και θα ξέρουν τι ταιριάζει για πάντα να γραφεί στην «ταφόπετρα» αυτού του επαναστάτη και αθάνατου δημιουργού: «Εκανε προτάσεις. Εμείς/ Τις δεχτήκαμε».Ο ποιητής Μπρεχτ
Ο έρωτας στην ποίηση του Μπρεχτ δεν είναι πλατωνικός, ιδεαλιστικός, εγωπαθικός. Είναι έρωτας πραγματικός, ο οποίος σχεδόν πάντα «καθρεφτίζει» την κοινωνική πραγματικότητα. Τόσο που συχνά η ερωτική του ποίηση - ιδιαίτερα όταν το ποίημα μιλά για τον έρωτα κάποιας άμοιρης προλετάριας, όπως, λ.χ., το συνταρακτικό ποίημα «Για την παιδοκτόνο Μαρία Φαρράρ» - να ανάγεται σε πολιτική ποίηση, η οποία βεβαίως κυριαρχεί στο ποιητικό έργο του.
Πρώτιστος στόχος της ποίησής του στα προπολεμικά και στα πολεμικά χρόνια ήταν η αποκάλυψη του καπιταλισμού και ιμπεριαλισμού και η ταξική αφύπνιση, συνειδητοποίηση και ενεργοποίηση της εργατικής τάξης και όλων των λαϊκών στρωμάτων, είτε με συλλογές (με πρώτες το «Συναξάρι του Μπέρτολντ Μπρεχτ» και το «Αναγνωστικό για τους κατοίκους των πόλεων», 1927), είτε με μεμονωμένα ποιήματα:
«Το άδικο προχωράει σήμερα με βήμα όλο σιγουριά./ Οι καταπιεστές προετοιμάζονται για δεκάδες χιλιάδες χρόνια./ (...) Καμιά φωνή δεν αντηχεί έξω από τη φωνή των κυριάρχων/ Μα κι από τους καταπιεσμένους λένε τώρα πολλοί:/ Αυτό που θέλουμε, ποτέ δεν πρόκειται να γίνει./ Οποιος ακόμα ζει, δε λέει: Ποτέ!/ Οταν πουν ό,τι είχανε οι κυρίαρχοι να πούνε/ Θα μιλήσουνε οι κυριαρχούμενοι./ Ποιος φταίει σαν η καταπίεση παραμένει; Εμείς./ Ποιος φταίει σαν η καταπίεση συντριβεί; Εμείς πάλι./ Οποιος γονατισμένος είναι, όρθιος να σηκωθεί!/ Οποιος χαμένος είναι, να παλέψει!/ Γιατί οι νικημένοι του σήμερα είναι οι νικητές του αύριο (...)». («Εγκώμιο στη διαλεκτική», μετάφραση Νάντια Βαλαβάνη).
Στο ποίημα «Εγκώμιο για τον κομμουνισμό» λέει: «Οι εκμεταλλευτές έγκλημα τον ονοματίζουν./ Αλλά εμείς ξέρουμε:/ Είναι το τέλος κάθε εγκλήματος./ Δεν είναι η παραφροσύνη, μα/ Το τέλος της παραφροσύνης./ Δεν είναι το χάος. Μα η τάξη./ Είναι το απλό/ Που είναι δύσκολο να γίνει» (μετάφραση Ν. Βαλαβάνη).
«ΑΥΤΟΙ ΠΟΥ ΒΡΙΣΚΟΝΤΑΙ ΨΗΛΑ/ θεωρούνε ταπεινό να μιλάς για το φαΐ./ Ο λόγος; έχουνε/ κιόλας φάει./ (...) Αν δε νοιαστούν οι ταπεινοί/ γι' αυτό που είναι ταπεινό/ ποτέ δεν θα υψωθούν./ (...)ΑΥΤΟΙ ΠΟΥ ΑΡΠΑΝΕ ΤΟ ΦΑΪ ΑΠ' ΤΟ ΤΡΑΠΕΖΙ/ κηρύχνουν τη λιτότητα./ Αυτοί που παίρνουν όλα τα δοσίματα/ ζητάν θυσίες./ Οι χορτάτοι μιλάν στους πεινασμένους/ για τις μεγάλες εποχές που θά 'ρθουν./ (...) ΑΥΤΟΙ ΠΟΥ ΒΡΙΣΚΟΝΤΑΙ ΨΗΛΑ ΛΕΝΕ: ΠΟΛΕΜΟΣ ΚΑΙ ΕΙΡΗΝΗ/ είναι δυο πράγματα ολότελα διαφορετικά./ Ομως η ειρήνη τους κι ο πόλεμός τους/ μοιάζουν όπως ο άνεμος κι η θύελλα./ Ο πόλεμος γεννιέται απ' την ειρήνη τους/ καθώς ο γιος από τη μάνα./ Εχει τα δικά της/ απαίσια χαρακτηριστικά./ Ο πόλεμός τους σκοτώνει/ ό,τι άφησε όρθιο/ η ειρήνη τους» («Γερμανικό Εγχειρίδιο Πολέμου», μετάφραση Μάριος Πλωρίτης).
Ιδιος ο στόχος και της ποίησής του στα χρόνια της εξορίας στην Ευρώπη και τις ΗΠΑ, όπου υπήρξε θύμα του μακαρθισμού («Από τους καρχαρίες γλίτωσα/ τις τίγρεις τις εσκότωσα/ και με καταβροχθίσαν/ οι κοριοί», μετάφραση Μ. Πλωρίτης.)
Πρώτιστος στόχος της ποίησής του και μετά την επιστροφή του στη Γερμανική Λαϊκή Δημοκρατία ήταν η συνειδητή ενεργοποίηση του λαού για την οικοδόμηση του σοσιαλισμού:
«Πώς θα οικοδομηθεί η μεγάλη τάξη/ Δίχως τη σοφία των μαζών; Αυτοί που δεν ακούνε συμβουλές/ Δεν μπορούν να βρουν το δρόμο/ Για τους πολλούς./ Εσείς οι μεγάλοι δάσκαλοι,/ Ν' ακούτε όταν μιλάτε!» («Ερώτημα»). «Η δικαιοσύνη είναι το ψωμί του λαού./ (...) Οταν το ψωμί είναι καλό κι άφθονο/ Το συγχωράμε ότι δεν υπάρχει άλλο φαΐ./ Θρεμμένος με το ψωμί της δικαιοσύνης/ Μπορεί ο άνθρωπος να βγάλει τη δουλιά/ Που φέρνει την αφθονία (...) Ποιος ψήνει το ψωμί; Οπως και τ' άλλο ψωμί/ Ετσι και το ψωμί της δικαιοσύνης/ Πρέπει να ψήνεται απ' το λαό./ Αφθονο, ωφέλιμο, καθημερινό» («Το ψωμί του λαού»). «Κάποτε όταν θά 'χουμε καιρό/ Θα σκεφθούμε πάνω στις ιδέες όλων των μεγάλων στοχαστών/ Θα θαυμάσουμε τους πίνακες όλων των μεγάλων ζωγράφων/ Θα γελάσουμε μ' όλους τους χωρατατζήδες/ Θα κορτάρουμε όλες τις γυναίκες/ Θα διδάξουμε όλους τους ανθρώπους» («Κάποτε όταν θά 'χουμε καιρό», μετάφραση Πέτρος Μάρκαρης).
Ο θεωρητικός του Θεάτρου
Εξέχουσα θέση στα θεωρητικά κείμενα του Μπρεχτ κατέχει το έργο του «Μικρό όργανο για το θέατρο». Για ένα θέατρο της «επιστημονικής εποχής», το οποίο να ψυχαγωγεί, να διδάσκει και να κάνει το θεατή να σκέφτεται. Ενα θέατρο, κόντρα στην «Αισθητική της διεφθαρμένης αστικής τάξης, που κατάντησε παρασιτική, βρέθηκε σε τέτοια αξιοθρήνητη κατάσταση, ώστε ένα θέατρο θα κέρδιζε σε γόητρο κι ελευθερία κίνησης, αν λεγόταν καλύτερα θέατρο», έγραφε σαρκαστικά ο Μπρεχτ.Ο Μπρεχτ ήθελε ένα θέατρο που απέδειχνε αυτό που βιώνουμε τραγικά στις «νεοταξικές» μέρες μας: «Η αύξηση της παραγωγής προκαλεί αύξηση της αθλιότητας και από την εκμετάλλευση της φύσης κερδίζουν μόνο μερικοί και μάλιστα με το να εκμεταλλεύονται ανθρώπους. Αυτό που μπορούσε να είναι η πρόοδος για όλους, έγινε για το προβάδισμα λίγων, κι ένα, όσο πάει μεγαλύτερο, μέρος της παραγωγής χρησιμοποιείται για την κατασκευή καταστροφικών μέσων δεινών πολέμων. Στους πολέμους αυτούς, οι μανάδες όλων των εθνών αγναντεύουν, σφίγγοντας στην αγκαλιά τους τα παιδιά τους, αγναντεύουν κατάπληκτες τον ουρανό για να δούνε τις νέες φονικές εφευρέσεις της επιστήμης».
Διαλεκτικός ο Μπρεχτ ήξερε ότι το θέατρο «μπορεί να αναλάβει μια τέτοια κριτική στάση, αν παραδοθεί το ίδιο στα ορμητικά ρεύματα μες στην κοινωνία και συνταιριαστεί μ' εκείνους που θα πρέπει να είναι οι πιο ανυπόμονοι να πραγματοποιήσουν μεγάλες μεταβολές». Και ως προς αυτή την επιλογή του, ομολογούσε: «Αν όχι τίποτ' άλλο, μας σπρώχνει μια ξεκάθαρη επιθυμία, να εξελίξουμε την τέχνη μας με τις απαιτήσεις της εποχής μας. Το θέατρο πρέπει να μπει στην υπηρεσία της πραγματικότητας». Και υπογράμμιζε ότι οι εκμεταλλευόμενοι πρέπει να «ψυχαγωγηθούν με τη σοφία που προέρχεται από τη λύση των προβλημάτων, με το θυμό που σ' αυτόν μπορεί ωφέλιμα να μετατραπεί ο οίκτος για τους καταπιεσμένους, με το σεβασμό μπρος στο αξιοσέβαστο της ανθρωπιάς, δηλαδή της φιλανθρωπίας, και, με δυο λόγια, με καθετί που τέρπει τους παραγωγικούς ανθρώπους».
Για την επιστήμη και την τέχνη
Ο Μπρεχτ πίστευε ότι «η επιστήμη και η τέχνη συμπίπτουν σε τούτο, πως και οι δυο έχουν σκοπό να κάνουν πιο εύκολη τη ζωή των ανθρώπων», καθώς «η μια ασχολείται με τη συντήρησή τους, η άλλη με την ψυχαγωγία τους» και ονειρευόταν μια εποχή, μια κοινωνία, που η τέχνη να αντλεί την ψυχαγωγία «από τη νέα παραγωγικότητα, που μπορεί να καλυτερέψει τη συντήρησή μας και που η ίδια» (σ.σ. η παραγωγικότητα) «όταν μείνει ανεμπόδιστη, να είναι η μεγαλύτερη απ' όλες τις διασκεδάσεις». Αλλά για νά 'ρθει αυτή η εποχή και τέτοια κοινωνία, τόνιζε:«Χρειαζόμαστε θέατρο, που δεν περιορίζεται να μας δίνει μόνο συναισθήματα, απόψεις και αυθορμητισμούς, που επιτρέπει κάθε φορά το ιστορικό πεδίο των ανθρώπινων σχέσεων όπου διαδραματίζονται οι υποθέσεις, αλλά ένα θέατρο, όπου θα χρησιμοποιούνται σκέψεις και αισθήματα που παίζουν ρόλο στη μεταβολή του πεδίου».
Ο Μπρεχτ δεν τό 'κρυβε ότι οι απεικονίσεις της πραγματικότητας στο θέατρό του γίνονταν «για τους ρυθμιστές του ποταμού, τους φρουτοπαραγωγούς, τους κατασκευαστές μεταφορικών μέσων, τους ανατροπείς της κοινωνίας, παρέχοντάς τους τον κόσμο στο πνεύμα τους και τις καρδιές τους, για να τον αλλάξουν κατά το κέφι τους». Και για να πετύχει ο στόχος του θεάτρου του, στο «Μικρό όργανο για το θέατρο», όπως και σε άλλα κείμενά του, διαμόρφωσε «κανόνες» για όλους, ανεξαιρέτως, τους συντελεστές της θεατρικής τέχνης. Χαρακτηριστικός είναι ο παρακάτω, ο οποίος ουσιαστικά αφορά όλους τους καλλιτέχνες:
«Αν ο ηθοποιός δε θέλει να είναι παπαγάλος ή μαϊμού, πρέπει να κάνει κτήμα του τη γνώση της εποχής του πάνω στην κοινωνική ζωή, παίρνοντας μέρος στους ταξικούς αγώνες. Μπορεί αυτό να φανεί σε μερικούς σαν κατάπτωση, μιας και τοποθετούν την τέχνη, αφού προηγουμένως έχει τακτοποιηθεί η πληρωμή, στις πιο ψηλές σφαίρες. Οι περισσότερες, όμως, αποφασιστικές μάχες του ανθρώπινου γένους δίνονται πάνω στη γη, όχι στους αιθέρες και "έξω" στη ζωή, όχι μες στους εγκεφάλους. Κανείς δεν μπορεί να υψωθεί πάνω από τις αντιμαχόμενες τάξεις, γιατί κανείς δεν μπορεί να υψωθεί πάνω απ' τον άνθρωπο. Η κοινωνία δεν έχει κανένα κοινό μεγάφωνο, όσο είναι χωρισμένη σε τάξεις. Ετσι, όσοι λένε πως δεν ανακατεύονται στην πολιτική, σημαίνει πως ανήκουν στην άρχουσα τάξη» (μετάφραση Δημήτρης Μυράτ).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Το blog μας δεν έχει ούτε ειδησεογραφικό χαρακτήρα ούτε έχει θέση ενός φόρουμ.
Δοκιμαστικά ενεργοποιούμε την χρήση σχολίων. Αυτά όμως θα δημοσιεύονται ΜΟΝΟ εφόσον έχουν συμπληρωματικό χαρακτήρα σε σχέση με τις αναρτήσεις, όσα δηλαδή προσφέρουν κάποια επιπλέον συγκεκριμένη πληροφορία (άντε τις πρώτες μέρες μπορεί να κάνουμε μια εξαίρεση).
Γι αυτό είναι πιθανόν πολλοί φίλοι ή "φίλοι" να μην βλέπουν το σχόλιό τους δημοσιευμένο.
Αυτονόητα ΔΕΝ θα δημοσιεύονται απρεπή σχόλια.
Τα μέλη και οι φίλοι του ΚΚΕ, των μαζικών φορέων, των ταξικών σωματείων είναι διαρκώς παρόντα στην κοινωνία και μπορεί εύκολα να τους συναντήσετε. Όποια συζήτηση, απορία, διαφωνία καλό θα είναι να εκφράζεται δια ζώσης.